top of page

Tennessee Williams: ο θεατρικός συγγραφέας των χαμένων ονείρων


Στα έργα του Tennessee Williams θα συναντήσει κανείς την ομορφιά που χάνεται, το θάνατο της αθωότητας και της νιότης, τη βία, την αγάπη που λυτρώνει, τον τρόμο και την απελπισία.

Αν κάποιος μου ζητούσε να ορίσω το θέατρο του Tennessee Williams βλέποντας μόνο το ''Λεωφορείο ο Πόθος'', δε θα με δυσκόλευε ιδιαίτερα: χαρακτήρες που κινούνται στα όρια της κονωνικής και σεξουαλικής ζωής, ήρωες που ακροβατούν ανάμεσα στη λογική και τη παράνοια.

Η Μπλάνς Ντυμπουά είναι ένας τέτοιος χαρακτήρας. Γυναίκα μορφωμένη, πνευματώδης, προικισμένη με μία εξωτερική εμφάνιση που δύσκολα αφήνει το αντρικό φύλο ασυγκίνητο, φαινομενικά υγιής που όμως μέσα της κρύβει ανομολόγητα πάθη, καλά κρυμμένα μυστικά, πράξεις που ακόμα και η ίδια ντρέπεται να παραδεχτεί και για τις οποίες αποζητά να εξαγνιστεί. Η βραβευμένη με Oscar Βίβιαν Λι δε θα μπορούσε να αποδώσει με καλύτερο τρόπο τον αέρα, τη φινέτσα μιας πρώην ευυπόληπτης κυρίας που εκδιώχτηκε από τη πατρίδα της λόγω των προσωπικών της επιλογών και τον αγώνα της να ξεφύγει από το παρελθόν που την καταδιώκει, να ξεφύγει από τις λανθασμένες επιλογές, να ξεφύγει ακόμα και από τον ίδιο της τον εαυτό. Κάτι που τελικά επιτυγχάνει στο τέλος με τίμημα όμως τη ψυχική της υγεία. Η Μπλανς, όπως πολλοί μετέπειτα θεώρησαν, είναι ο Ουίλλιαμς που μη μπορώντας να προσαρμοστεί και να αποδεχτεί τον πραγματικό κόσμο ψάχνει ένα κόσμο-καταφύγιο. O Ουίλλιαμς κατέφυγε στη τέχνη, εκεί που όλα είναι επιτρεπτά, εκεί που ο καθένας μετατρέπει, προσαρμόζει τη ζωή και τους άλλους ανάλογα με τα δικά του θέλω, τις δικές του ανάγκες.

Από την άλλη έχουμε τον Στάνλει Κοβάλσκι, υποδυόμενο άριστα από τον Μάρλον Μπράντο, ο οποίος δημιουργεί χαρακτήρα μέσω αυτού του ρόλου. Παρουσιάζει τον Στάνλει σε όλες του τις διαστάσεις: βίαιος, πλήρως εξαρτημένος από τη γοητεία που εμπνέει στις γυναίκες, ήρεμος σα παιδί όταν ζητάει συγγνώμη από τη Στέλλα, απλά σαγηνευτικός. Αλλά και θύμα μπροστά στην αρχική υπεροχή της Μπλανς που την θεωρεί απειλή για τον ομαλό μέχρι τότε έγγαμο βίο του όχι μόνο για αυτά που λέει στη Στέλλα αλλά και για τα συναισθήματα που του ξυπνάει, καθώς πίσω από το μίσος που της δείχνει κρύβεται πόθος.

Η σκηνή του βιασμού αποτελεί και τη κορυφαία του έργου. Η αρχή του τέλους και για τους δύο πρωταγωνιστές. Ο Στάνλει φορώντας τις πυτζάμες που κρατάει για ειδικές περιστάσεις καλεί τη Μπλανς να γιορτάσουν με έναν ιδιαίτερα φαλοκρατικό τρόπο τη γέννηση του γιου του. Εκμεταλλευόμενος τον επιρρεπή χαρακτήρα της στην ηδονή, επιτέλους της επιβάλλεται, δαμάζει τη τίγρη, δείχνει τη δύναμή του πάνω της. Εκείνη αρχικά αντιστέκεται αλλά μετά υποκύπτει γιατί το Λεωφορείο ο Πόθος που την κατευθύνει είναι ισχυρότερο των αναστολών της. Και κάπως έτσι έρχεται η αυτοταπείνωση, η παρακμή.

Άρα, τελικά σε αυτή τη μάχη των δύο κανείς δε νικάει. Η σχεδόν σκοτεινή σκηνοθεσία εντείνει ακριβώς αυτό το αποτέλεσμα: και οι δύο έχουν χάσει. Εκείνος αντιλαμβάνεται ότι η σχέση με τη γυναίκα του δε θα ξαναείναι η ίδια. Εκείνη τρελαίνεται ούσα έρμαιο των έντονων σεξουαλικών επιθυμιών της. Κια οι δύο καταδικάστηκαν σε μία ζωή δυστυχισμένη. Φυλακισμένοι: η μεν Μπλάνς κλεισμένη στο ψυχρό δωμάτιο ενός ιδρύματος και ο δε Στάνλει σε μια μοναχική ζωή γιατί η μοναξιά είναι εντονότερη όταν έχεις στη ζωή σου ανθρώπους αλλά νιώθεις κενός, άδειος, μόνος.

Ο Μάριος Πλωρίτης γράφει για τον Williams: ''Οι ηρωίδες του ζουν αυτή την αγωνία: τη κραυγή της απελπισίας τους δεν υπάρχει κανένας να την ακούσει, ούτε από τις στρατιές των αγγέλων, ούτε από τις φάλαγγες των ανθρώπων''. Θύμα αυτής της ''έλλειψης ανταπόκρισης'' είναι και η Κάθριν στο ''Ξαφνικά Πέρσυ το Καλοκαίρι''.

Σε αυτό του το έργο ο Williams θ΄γει το θέμα της ανθρώπινης ωμοφαγίας ως αποτέλεσμα της πείνας και της εξαθλίωσης ορισμένων λαών. Άλλωστε, είναι γνωστό πως ο συγκεκριμένος θεατρικός συγγραφέας δεν έμενε ανεπηρέαστος από τα κοινωνικά προβλήματα της εποχής του αλλά όπως και ο ίδιος παραδεχόταν προσπαθούσε να γράψει τα έργα του έτσι ''ώστε να μεταφέρουν και κάποιο κοινωνικό μήνυμα μαζί με την ιστορία''.

Η κινηματογραφική μεταφορά του έργου το 1959 σε σκηνοθεσία Τζόζεφ Μάνκιεβιτς , με Ελίζαμπεθ Τέυλορ, Κάθριν Χέπμπορν και Μοντγκόμερι Κλίφτ στους πρωταγωνιστικούς ρόλους διαφοροποιείται λίγο από το θεατρικό αναφορικά με το τέλος. Ενώ ο Williams διαλέγει ένα τραγικό φινάλε για την ηρωίδα του με το ενδεχόμενο της λοβοτομής ως το πλέον πιθανό και τον γιατρό Κούκροβιτς να μονολογεί ''Νομίζω πως θα έπρεπε, τουλάχιστον, να αντιμετωπίσουμε τη πιθανότητα ότι η ιστορία της κοπέλας είναι αλθινή...'', αφήνοντας έτσι τον αναγνώστη τουλάχιστον να ελπίζει ότι η Κάθριν ίσως τελικά και να σωθεί, ο Γκορ Βιντάλ που έκανε και τη διασκευή/προσαρμογή του έργου στα κινηματογραφικά δεδομένα αποφασίζει να δώσει ένα πιο ξεκάθαρο και ευτυχές τέλος. Ο υποβόσκων έρωτας ανάμεσα στη Κάθριν και τον γιατρό παίρνει σάρκα και οστά στη ταινία με τη τελική υπόνοια πως θα πορευτούν σε μία κοινή ζωή αφήνοντας το παρελθόν πίσω.

Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στο τέταρτο -και ίσως τον κύριο πρωταγωνιστή του ''Ξαφνικά Πέρσυ το Καλοκαίρι''- τον Σεμπάστιαν: ένας πολυδιάτατος και σκοτεινός χαρακτήρας. Σχεδόν ευνουχισμένος από τη μητέρα του με την οποία είχε ένα ιδιαίτερο δέσιμο. Ομοφυλόφιλος με πολλά σύνδρομα, θεωρεί τον εαυτό του ανώτερο από τους υπόλοιπους και δε διστάζει να χρησιμοποιεί τους πάντες με στόχο τη δική του προσωπική ικανοποίηση.

Στα συν της ταινίας βάζω την επιλογή των πρωταγωνιστών -εξαιρετικές Χέπμπορν και Τέυλορ στους ρόλους της εξαρτημένης από τον γιο της λόγω του οιδιπόδειου συμπλέγματος που υπάρχει ανάμεσά τους κυρία Βέναμπλ και της άτυχης Κάθριν αντίστοιχα. Ο Μοντγκόμερι Κλίφτ είναι επίσης πολύ καλός στην αναζήτηση της αλήθειας ως γιατρός αλλά οι δύο γυναίκες κλεύουν κυριολεκτικά τη παράσταση τόσο βάσει σεναρίου όσο και υποκριτικά. Μου άρεσε η σκηνοθεσία που κυμαίνεται στα όρια του σκοτεινού θρίλερ μυστηρίου ενώ η επιλογή του Μάνκιεβιτς να παρουσιάσει επί σκηνής τον Σεμπάστιαν να κινείται στο χώρο-έστω και πισώπλατα- ήταν εμπνευσμένη. Με αυτό το τρόπο η σκηνή της κορύφωσης του έργου είναι καθηλωτική με τη κραυγή της Κάθριν να δημιουργεί ένα δέσιμο ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν.

Τέλος, ο Tennessee Williams, ο συγγραφέας ''που στήριζε την επιτυχία του στην αποτυχία'', όπως έλεγαν πολλοί έγραψε άλλο ένα έργο στο οποίο βασικός πρωταγωνιστής είναι τα σκοτωμένα όνειρα και οι εσφαλμένες προσδοκίες.

Στο ''Γλυκό Πουλί της νιότης'' αναμφισβήτητα οι δύο κενρικοί ήρωες είναι ο Τσανς Γουέιν -ο ανερχόμενος ηθοποιός και ζιγκολό που εναπόθεσε τις ελπίδες του για μια λαμπρή καριέρα στην ανάπτυξη ιδιαίτερων προσωπικών σχέσεων με πλούσιες και ταλαιπωρημένες ψυχικά γυναίκες μεγαλύτερης από αυτόν ηλικίας- και η Αλεξάνδρα ντελ Λάγκο ή αλλιώς Πριγκίπισσα Κοσμονόπολι, όπως αρέσκονται πολλοί να τη φωνάζουν ως το τελευταίο απομεινάρι της παλιάς δόξας της ως σταρ.

Ένας νεανικός έρωτας που έμεινε ανεκπλήρωτος και κατέληξε απωθημένο για τον Τσανς έπαιξε καταλυτικό ρόλο και στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του. Για αυτόν πια όλα εξαρτώνται από το χρήμα, αυτό το χάρτινο μέσο ανταλλαγής κατά τον Τσανς αποτελεί τη κινητήριο δύναμη για να αποκτήσει κανείς αυτό που θέλει ακόμα και αν η επιθυμία του σχετίζεται αποκλειστικά με συναισθήματα. Ο ήρωας του συγκεκριμένου έργου εμφανίζεται δυστυχισμένος καθώς λανθασμένα - όπως αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος- πίστεψε πως μπορεί να έχει τη γυναίκα που αγαπάει γιατί είχε καταφέρει να έχει φήμη, χρήματα και δόξα ως ηθοποιός δίπλα σε γυναίκες που ζητούσαν από αυτόν επιβεβαίωση και λίγη από τη ζωντάνια του νεαρού της ηλικίας του. Βέβαια, το φινάλε του έργου αποδεικνύει περίτρανα τη τραγικότητα του λάθους του ήρωα: η Αλεξάντρα μέσα από αυτόν ξαναγεννήθηκε ενώ αυτός βυθίστηκε ακόμα περισσότερο στη ματαιότητα των επιλογών του. Το όνομα του Τσανς σημαίνει ευκαιρία και παραπέμπει στην ευκαιρία για κάθαρση και ευτυχία που αρνήθηκε δίπλα στη Χέβερλι, τον κρυφό έρωτά του.


 RECENT POSTS: 
bottom of page